- χολαγγειογραφία
- η, Νιατρ. ακτινογραφική απεικόνιση τών χοληφόρων οδών, με ένεση σκιαγραφικής ουσίας.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. cholangiographie < χολαγγείο + -γραφία*].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ακτινολογία — Ο όρος αυτός σημαίνει ακριβώς την επιστήμη η οποία κυρίως μελετά τις ιονίζουσες ακτινοβολίες· στην τρέχουσα γλώσσα όμως, λέγοντας α., εννοούμε τον κλάδο της ιατρικής που ασχολείται με τις εφαρμογές των ακτινοβολιών αυτών στη διαγνωστική και στη… … Dictionary of Greek
χολή — Προϊόν της έκκρισης του ήπατος, που προορίζεται να διευκολύνει τη λειτουργία της πέψης, στο έντερο. Σχηματίζεται κατά μεγάλο μέρος στα ηπατικά κύτταρα και, διαμέσου των χοληφόρων τριχοειδών, που βρίσκονται στο ηπατικό λοβίο, περνά τους χοληφόρους … Dictionary of Greek